9 Απριλίου – Workshop: Κρίση και κοινωνική πολιτική (Γιάννης Κουζής, Ιορδάνης Ψημμένος, Νίκος Κουραχάνης, Απόστολος Καψάλης)

Κρίση και εργασία (Γιάννης Κουζής -Καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής, Κοσμήτορας της Σχολής Πολιτικών Επιστημών, Πάντειο Πανεπιστήμιο) 

Οι αλλαγές που συντελούνται στο πεδίο της εργασίας κατά την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται από μια βίαιη ανατροπή των εργασιακών σχέσεων στην κατεύθυνση που καταγράφεται με βραδύτερους ρυθμούς, κατά τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Οι εξελίξεις αυτές, σε συνάρτηση με τα πρωτοφανή μεταπολεμικά ποσοστά ανεργίας, επηρεάζουν καθοριστικά το περιεχόμενο των εργασιακών σχέσεων και συνεπάγονται σοβαρές παρενέργειες στο πεδίο των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης .Η αποδιάρθρωση του συστήματος των συλλογικών συμβάσεων και του τρόπου διαμόρφωσης των μισθών, η σταδιακή απελευθέρωση των απολύσεων, η ελαστικοποίηση των ωραρίων και η ενίσχυση των ευέλικτων μορφών εργασίας σε βάρος της πλήρους και σταθερής απασχόλησης αποτελούν τους κύριους άξονες στους οποίους κινούνται οι εν λόγω «μεταρρυθμίσεις». Οι επιβαλλόμενες αλλαγές στην Ελλάδα από ισχυρούς διεθνείς και εσωτερικούς οικονομικούς κύκλους συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός νέου εργασιακού τοπίου με κύρια χαρακτηριστικά την χαμηλά αμειβόμενη και ευέλικτη εργασία. Η κατάσταση αυτή διατηρείται και μετά από την λήξη των δανειακών συμβάσεων στο πλαίσιο των διατηρούμενων μνημονιακών δεσμεύσεων ενώ η πρόσφατη πανδημία και οι παρενέργειές της πολλαπλασιάζουν τους κινδύνους για την περαιτέρω και δραματική υποβάθμιση της εργασίας.

Υπολειμματικοποίηση της Κοινωνικής Πολιτικής και η Ιδιότητα του Υπεύθυνου Πολίτη (Νίκος Κουραχάνης -Διδάσκων στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο)

Η εισήγηση επιδιώκει να προσφέρει ένα πλαίσιο ερμηνείας των υφιστάμενων αποδιαρθρώσεων της κοινωνικής πολιτικής, μέσα από την παράθεση παραδειγμάτων σε επιμέρους τομείς της (ακραία φτώχεια, αστεγία, προσφυγικό). Αφετηριακά, συνοψίζονται μακροσκοπικές αλλαγές που οδήγησαν σε μια εκδοχή διαρκούς υπολειμματικοποίησης της και στην επικράτηση της ιδιότητας του υπεύθυνου πολίτη. Του πολίτη, δηλαδή, που έχει ατομική ευθύνη για την εξασφάλιση της ευημερίας του. Η Μεγάλη Ύφεση προσέφερε αφορμές επιτάχυνσης της ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής πολιτικής νομιμοποιώντας τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ως κυρίαρχες. Οποιαδήποτε κοινωνική μέριμνα εξαντλείται στη διαχείριση της ακραίας φτώχειας. Εξαντλείται, δηλαδή, στο οριακό εκείνο σημείο όπου η μερική υποστήριξη είναι απαραίτητη για την αποφυγή μαζικών θανάτων των αυξανόμενων ακραία φτωχών. Στην Ελλάδα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών διαχείρισης της κρίσης, το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε πολλαπλώς: οι κοινωνικές πολιτικές για τους ακραία φτωχούς, τους άστεγους και τους πρόσφυγες είναι ορισμένες μόνο από τις εκφάνσεις του. Στις μέρες της πανδημίας του COVID-19, ο λόγος περί ατομικής ευθύνης των πολιτών ισχυροποιείται ως μέσο νομιμοποίησης της δεκαετούς αποδιάρθρωσης του Ε.Σ.Υ. Πρόκειται, ενδεχομένως, για μια νέα φάση ενδυνάμωσης της ατομικής ευθύνης, συνυφασμένη με νέες (εν)τάσεις υπολειμματικοποίησης του συστήματος κοινωνικής προστασίας.

Μετανάστευση, κρίσεις και μονιμοποίηση των «καταστάσεων εξαίρεσης» (Απόστολος Καψάλης -Μεταδιδακτορικός ερευνητής, Πάντειο Πανεπιστήμιο και Διδάσκων Μεταναστευτική Πολιτική, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου)

Πριν ακόμη το ξέσπασμα της οικονομικής ύφεσης και κρίσης του 2008/2009, στο πεδίο της απασχόλησης των μεταναστευτικών πληθυσμών είχε ήδη διαμορφωθεί ένα κατ’ εξαίρεση ή ειδικό ρυθμιστικό πλαίσιο. Αυτό το παρα-εργατικό δίκαιο με πρόσχημα την αλλοδαπότητα αντικαταστάθηκε εν μέρει το 2010 από μια γενικεύμενη μνημονιακή απορρύθμιση στις εργασιακές σχέσεις. Καθολικοποιήθηκε δε στην ελληνική αγορά εργασίας ανεξάρτητα από την ιθαγένεια στο όνομα της κρίσης χρέους και των έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπισή της. Ωστόσο, με την ευκαιρία της προσφυγικής κρίσης από το 2015 και ένθεν η κατάσταση εξαίρεσης στην κοινωνική πολιτική λαμβάνει νέες διαστάσεις με επίκεντρο συγκεκριμένα τις μεταναστεύσεις. Η προοπτική της αξιοπρεπούς εργασίας και κοινωνικής ασφάλισης για τους αλλοδαπούς εργαζόμενους συνθλίβεται σήμερα ανάμεσα σε δύο νέες κανονικότητες που μάλλον μονιμοποιούνται από τις αρχές του έτους σε μια παγιωμένη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, με αφορμή τόσο τη νέα έξαρση των προσφυγικών ροών όσο και την πανδημία λόγω COVID-19.

Το μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό σε περιόδους κρίσης (Ιορδάνης Ψημμένος, Καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο) 

Σε περιόδους οικονομικής κρίσης δύο θέματα ξεχωρίζουν στην κοινωνιολογική σκέψη: αυτό της στρωμάτωσης και αυτό της κινητικότητας. Στο παρελθόν, ιδίως κατά τη διάρκεια της κρίσης και της μεγάλης ύφεσης πριν τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η σκέψη και η έρευνα στόχευσε όχι μόνο στις αλλαγές στην οργάνωση και διοίκηση της οικονομίας και της κοινωνίας γενικότερα, αλλά στη διαδικασία: πώς διαμορφώνονται οι κοινωνικές μεταβολές, τι σημαίνουν αυτές για τις δομές του καπιταλιστικού βιομηχανικού παραδείγματος και για τα υποκείμενα της εργασίας και της απασχόλησης. Για την εξέταση των παραπάνω η επιστημονική κοινότητα στράφηκε στη συγκριτική ανάλυση των μεταβολών σε τάξεις, κοινωνικά στρώματα και  επαγγελματικές ομάδες. Μεγάλο μέρος των μελετών για τη διεξαγωγή της παραπάνω ανάλυσης και ανάλογα με το θεωρητικό προβληματισμό, στράφηκε σε κοινωνικές κατηγορίες αναφοράς. Τα παραδείγματα ποικίλλουν ανάλογα των κοινωνιών και των προταγμάτων. Ο ανθρακωρύχος, οι συμμορίες, η υπηρέτρια, ο βιομηχανικός εργάτης, ο οικοδόμος, οι μικρομεσαίοι έμποροι, ο μετανάτης/τρια, η πόρνη κ.α. αποτέλεσαν μερικά από τα παραδείγματα αυτής της πορείας επιστημονικής αναζήτησης. Η παρούσα ανάλυση εξετάζει τη διαδικασία κοινωνικής στρωμάτωσης και κινητικότητας των μεταναστριών οικιακών εργατριών στην Ευρώπη και την Ελλάδα κατά τη διάρκεια της τελευταίας κρίσης (2008-2020). Πιο συγκεκριμένα, η ανάλυση εστιάζει σε δύο μελέτες που διεξήχθησαν από το Κέντρο Κοινωνικής Μορφολογίας και Κοινωνικής Πολιτικής (2010-2017) του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής και το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ (2016-2020). Η πρώτη μελέτη, μέσα από μια ιστορική – κοινωνιολογική ανάλυση αναδεικνύει τις διαδικασίες εγκλωβισμού των οικιακών εργατριών στις προσωπικές υπηρεσίες και στην καθοδική κινητικότητά τους σε αντικείμενα εργασίας και μορφές απασχόλησης που γνώρισαν κατά την είσοδο τους στη χώρα το 1990-95. Η δεύτερη μελέτη, συνέχεια της πρώτης, προσθέτει την παράμετρο της οικογένειας, του επαγγέλματος του συζύγου και του τόπου στη διερεύνηση της στρωμάτωσης και κινητικότητας. Πέρα από επιμέρους συμπεράσματα, αυτό που κατανοείται είναι ότι η διαδικασία εγκλωβισμού ιδίως στην εσωτερική οικιακή εργασία επιτείνεται κατά τη διάρκεια της κρίσης πέρα από την οικονομία, και από την αποσταθεροποίηση της κατοικίας, των οικογενειακών-συζυγικών σχέσεων και των τοπικών δικτύων αλληλεγγύης. Στις δύο παραπάνω μελέτες η διαχρονική σύγκριση των μεταβολών της ζωής των υποκειμένων από το 1990, η ιστορική σύγκριση με τις ελληνίδες υπηρέτριες, ιδίως από τον 19ο αιώνα έως το 1970-74, και η σύγκριση με μακρο-μικρο δεδομένα άλλων κοινωνιών, αποτέλεσαν βασικά στοιχεία της μεθοδολογίας. Επιπλέον, για πρώτη φορά στην Ελλάδα πέρα των συνεντεύξεων συλλέχθηκαν δεδομένα (εισοδήματος, κατανάλωσης, χωροταξικής κατανομής, συνθηκών στέγασης, κοινωνικών δικτύων και στρατηγικών επιβίωσης) με τη χρήση καρτών απογραφής.