Η πρόταση «Δημοκρατική συρρίκνωση, κομματική πολιτική και κοινωνική διαμαρτυρία στα χρόνια της ‘Μεγάλης Ύφεσης’. Η περίπτωση της Ελλάδας, 2008-2018» (EPOCA) που υπέβαλε το Εργαστήριο Συγκρουσιακής Πολιτικής στο πλαίσιο της 1ης Προκήρυξης ερευνητικών έργων ΕΛΙΔΕΚ για την ενίσχυση των μελών ΔΕΠ και Ερευνητών/τριών και την προμήθεια ερευνητικού εξοπλισμού μεγάλης αξίας, υπήρξε επιτυχής και εξασφάλισε χρηματοδότηση. Στην ερευνητική ομάδα συμμετέχουν ο διευθυντής του Εργαστηρίου Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδης ως Επιστημονικός Υπεύθυνος και οι Γεράσιμος Μοσχονάς και Donatella DellaPorta (Scuola Normale Superiore, Φλωρεντία), οι διδάκτορες Λουκία Κοτρωνάκη, Κώστας Κανελλόπουλος και Άγγελος Κοντογιάννης-Μάνδρος και Ιάκωβος Παναγόπουλος, οι υποψήφιοι διδάκτορες Κώστας Κωστόπουλος και Κωνσταντίνος Τσίκας και ο φοιτητής Βαγγέλης Καρατζής.

 

 Δημοκρατική συρρίκνωση, κομματική πολιτική και κοινωνική διαμαρτυρία στα χρόνια της «Μεγάλης Ύφεσης». Η περίπτωση της Ελλάδας, 2008-2018

 

Περιγραφή

   Η πρόταση αυτή εκκινεί από τη διαπίστωση ότι, παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες, η συνδυαστική μελέτη θεσμικής και συγκρουσιακής πολιτικής (της πολιτικής ως διακυβέρνησης και της πολιτική ως αγώνα), που αποτελεί προϋπόθεση για στερεοσκοπική θέαση του πολιτικού φαινομένου, ακόμη υστερεί. Ως αποτέλεσμα, στο πλαίσιο της πολιτειολογίας, η «Μεγάλη Ύφεση» τείνει να κανονικοποιείται (χωρίς θεωρητική αποτίμηση του ότι ενέχει εγχειρήματα κυριαρχίας), ενώ οι μελέτες περί συλλογικών δράσεων κατά κανόνα αδυνατούν να υπερβούν τον ορίζοντα της απλής περιγραφής (χωρίς μέριμνα για την αξιολόγηση του ρόλου που ασκεί η πολιτική στην ανάπτυξη και έκβασή τους). Επισταμένη μελέτη της ελληνικής περίπτωσης κατά τη δεκαετία 2008-2018 –όπου σημειώθηκε και μεγάλης έκτασης κοινωνική διαμαρτυρία αλλά και ριζική ανακατάταξη στο κομματικό σύστημα– μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων. Επανεκτιμώντας και ανασκευάζοντας έννοιες και θεωρία στα δυο πεδία καθ’ οδόν προς μιαν εύρωστη διεπιστημονικότητα, η έρευνα, στον τομέα της θεσμικής πολιτικής, (α) εξετάζει το χαρακτήρα της «κρίσης» (μέσα από αποτίμηση των εναλλακτικών περί αυτήν λόγων)∙ (β) αποτυπώνει σταθμούς στη διαδικασία της «δημοκρατικής συρρίκνωσης» (λ.χ., μεταβολές στο ισοζύγιο εκτελεστικής-νομοθετικής εξουσίας)∙ και (γ) διερευνά τη σοβούσα «κρίση αντιπροσώπευσης» εστιαζόμενη στην εσωτερική λειτουργία των κομμάτων. Ως προς τη συγκρουσιακή πολιτική της περιόδου (α) καταγράφει τις νέες μορφές διεκδίκησης επανεξετάζοντας την έννοια της «ριζοσπαστικοποίησης» ως ανανέωση ρεπερτορίου δράσης∙ (β) αναδεικνύει την υποκειμενική διάσταση της διαμαρτυρίας προβαίνοντας σε ποιοτική-εθνογραφική καταγραφή των κυρίαρχων προσλήψεων (μέσω της διεξαγωγής συνεντεύξεων και αξιοποίηση της μεθόδου του βιντεοσκοπημένων δοκιμίου)∙ και (γ) προβαίνει σε εκτενή ανάλυση των αυξομειώσεων στο ρυθμό της διαμαρτυρίας δίνοντας έμφαση στη διαδικασία της πολιτικής διαμεσολάβησης. Συνδυάζοντας τα ευρήματα επιχειρείται τέλος προβληματισμός αναφορικά με το μέλλον της δημοκρατίας στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Εκτός από τα καθαυτό της αποτελέσματα, η έρευνα συγκροτεί μια στέρεα βάση δεδομένων για μελλοντικούς ερευνητές.